Mια
απαραίτητη συνέπεια της «διάσωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος»: ο
ανταγωνισμός των εθνών περνάει στον επόμενο γύρο, δηλαδή, ετοιμάζουν κιόλας την
επόμενη κρίση!
Στα πακέτα διάσωσης δηλώνεται η σταθερή κρατική θέληση: οι
κερδοσκοπικές δοσοληψίες πρέπει να εφαρμοστούν ξανά, αυτό είναι αναπόφευκτο. Αν
και η πρώην ετοιμότητα ρίσκου φρόντισε ώστε οι πολιτικοί «να στέκονται στην άκρη
της αβύσσου», χωρίς αυτήν την ετοιμότητα όλο το καπιταλιστικό σύστημα δεν
λειτουργεί καθόλου, βρίσκεται – με άλλες λέξεις – επίσης μπροστά στην άβυσσο.
Αλλά τα στις τράπεζες διανεμημένα χρήματα κάπου χωλαίνουν: θα
έπρεπε να ξαναβάλουν την ωρολογιακή βόμβα μπρος, ωστόσο δεν το καταφέρνουν από
μόνα τους. Τα χρήματα επανορθώνουν απώλειες, διατηρούν την ύπαρξη των τραπεζών
και την φερεγγυότητά τους, αλλα δεν τις πλουτίζουν –
πράγμα που είναι ο μοναδικός σκοπός των
τραπεζών όπως και των άλλων καπιταλιστών. Πιο πλούσιες μπορούν να γίνουν οι
τράπεζες μόνο με την δική τους παραπάνω αναφερόμενη πράξη – να παίζουν
κερδοσκοπικά με τα χρήματα – αυτό σημαίνει να ξαναρχίσουν με την παροχή
πιστώσεων – ιδιαίτερα μεταξύ τους. Αυτές είναι οι ελπίδες των κρατών όσον αφορά
τα πακέτα διάσωσης – μπορεί να αντιληφθεί κανείς πόσο επικίνδυνο ρίσκο
αναλαμβάνουν τα κράτη με την προκαταβολή τους. Για τα χρήματα τα οποία δίνουν
στις τράπεζες εγγυούνται – εκτός από τα φρεσκοτυπωμένα χρήματα – με καινούργια
χρέη που ως γνωστόν πρέπει να εξοφληθούν με τόκο. Αυτό παρατείνεται διαρκώς έτσι
ώστε για την πληρωμή των παλιών χρεών να δημιουργούνται καινούργια χρέη – το
φημισμένο ρολόι των χρεών επιταχύνεται.
Tώρα
ίσως αναρωτηθεί κανείς: Τι οδήγησε τα κράτη να εκτεθούν σε τέτοιο φρενοβλαβές
ρίσκο; Η απάντησή μας: γυρίστε στην αρχή. Με τα πακέτα διάσωσης τα κράτη
κατέθεσαν για καταγραφή στα πρακτικά – μπορεί να πει κανείς παραδέχτηκαν – ότι
έχουν εγκαταστήσει έναν αναπόφευκτο εξαναγκασμό στον οποίον υποδουλώνονται
απολύτως: Ολόκληρη η ζωή ενός έθνους πρέπει να υπηρετήσει τον πολλαπλασμιασμό
των χρημάτων μέσα του και εξαρτάται από την επιτυχία αυτού του στόχου. Με τα
διασωστικά τους πακέτα τα κράτη υπογραμμίζουν περαιτέρω ότι το κέντρο του
πολλαπλασιασμού των χρημάτων είναι ο χρηματοοικονομικός τομέας:Ολόκληρη η
δραστηριότητά του έγκειται στον πολλαπλασιασμό των χρημάτων, άρα εκφράζει τον
εξαναγκασμό του πολλαπλασιασμού σε καθαρή μορφή, αποτελεί πρότυπο αυτής της
αρχής για ολόκληρη την οικονομία και της
την επιβάλλει. Αυτή η οικονομία πρέπει να ικανοποιεί τα κριτήρια του
χρηματοοικονομικού τομέα και ανάλογα με αυτά τα κριτήρια ο χρηματοοικονομικός
κόσμος χορηγεί τα για κάθε καπιταλιστική δράση απαραίτητα δάνεια ή όχι. Το
αντίστροφο: Εάν ο πολλαπλασιασμός στον χρηματοοικονομικό τομέα δεν λειτουργεί,
βρίσκεται σε κίνδυνο ολόκληρη η οικονομική ζωή ενός έθνους. Γι’αυτό τα πακέτα
διάσωσης ή τα αντίστοιχα χρέη είναι αναπόφευκτα.
Τώρα όχι μόνο μπορεί να παραξενευτεί κανείς αλλά και να τρομάξει –
τα κράτη όχι. Για αυτά είναι αυτονόητο πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν την
κατάστηση, το τεστ της πιστωτικής τους φερεγγυότητας. Η σύγκριση στην οποία
υποβάλλονται για αυτά δεν ειναί τίποτα άλλο από την πρόκληση να επιβιώσουν στον
ανταγωνισμό μεταξύ των εθνών. Για μέρικα κράτη είναι μάλιστα μια ευκαιρία. Τα
κράτη στο ανώτερο επίπεδο βλέπουν ότι βρίσκονται σε θέση να προχωρήσουν λίγο
ακόμα στην ιεραρχία των εξουσιών. Το πιο εύκολο είναι να χειροτερέψουν την θέση
εκείνων που βρισκόνται στο κατώτερο επίπεδο. Αυτό το γεγονός εκφράζεται –
σύμφωνα με τους κανόνες του χρηματικού κεφαλαίου – στα υψηλότερα επιτόκια που
πρέπει να πληρώνει η Ελλάδα σε σύγκριση με τη Γερμανία – με το πολιτικό
αποτέλεσμα να καταπίει η Ελλάδα προδιαγραφές από τη Γερμανία. Πιο περίπλοκα
είναι τα πράγματα στο ανώτερο επίπεδο της ιεραρχίας. Εκεί πρόκειται για
μετατοπίσεις στην ιεραρχία της εξουσίας οι οποίες λίγο πολύ αποσκοπούν να κάνουν
την ερώτηση ποιό κράτος δικαιούται την
ηγεσία στον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών – στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Η
γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ είπε καθαρά και ξάστερα τι περιμένει από την κρίση:
«Το έθνος πρέπει να βγει ισχυρότερο από την κρίση από όσο όταν μπήκε». Αυτό
είναι μια πρόκληση, την σοβαρότητα της οποίας μπορεί να παρακολουθήσει κανείς –
για να δωθεί μόνο ένα παράδειγμα – αν διαβάσει στις εφημερίδες ότι ο άξονας
Βερολίνο-Παρίσι δεν λειτουργεί τόσο καλά πια, ότι συσσωρεύονται οι διενέξεις.
Τέτοιες εκφράσεις εν τω μεταξύ βρίσκονται στην ημερίσια διάταξη στον διεθνή
πολιτικό κόσμο και μάλιστα αναφέρεται η λέξη «νομισματικός πόλεμος».